Το 70% των μαθητών με δυσλεξία παρουσιάζουν δυσκολίες με τη γλώσσα των αριθμών και το χειρισμό γεωμετρικών σχημάτων ή συμβόλων. Εξάλλου η δυσλεξία χαρακτηρίζεται από τη δυσκολία διαχείρισης συμβολικού υλικού καθώς και από έλλειμμα προσανατολισμού στις προσλαμβάνουσες οπτικές και ακουστικές παραστάσεις. Υποστηρίζεται επίσης ότι χωρίς την κατανόηση των εννοιών του χρόνου και της ακολουθίας είναι αμφίβολη η ακριβής κατανόηση της έννοιας της σειράς, που έχει την έννοια της ένταξης των πραγμάτων στην κατάλληλη θέση. Παρόλο που πολλά παιδιά με δυσλεξία παρουσιάζουν ανώτερο επίπεδο στα μαθηματικά δυσκολεύονται πολύ στις περιοχές που απαιτούν χρήση μνημονικής ικανότητας. Ένας από τους περιορισμούς των παιδιών είναι η άμεση ανάκληση αριθμών από τη μνήμη. Αυτός είναι και ο λόγος που υιοθετούν και αντισταθμιστικές στρατηγικές στην επίλυση προβλημάτων , όπως να χρησιμοποιούν τα δάχτυλα τους για τη μέτρηση ή να κρατούν σημειώσεις στο τετράδιο. Συχνά παρατηρείται να κάνουν αριθμητικές πράξεις με αργούς ρυθμούς ή με υπερβολικά γρήγορους. Διακρίνονται για παρόμοιο ρυθμό στη γενικότερη επεξεργασία πληροφοριών και αδυναμία αυτοματοποίησης της μαθηματικής συμπεριφοράς, όπως και στην ορθογραφία.
Σε έρευνα 132 παιδιών με δυσλεξία , ηλικίας 13-18 χρονών, βρέθηκε ότι παρουσιάζουν ελλείμματα στην πράξη της αφαίρεσης και έχουν μεγάλες δυσκολίες στην απομνημόνευση της προπαίδειας και στη σωστή χρήση της , στην πρόσθεση όπου μπερδεύουν τις στήλες και στην αναγνώρισης της αξίας ενός αριθμού ανάλογα με τη θέση του, κυρίως στους δεκαδικούς, όπου βάζουν το κόμμα σε λανθασμένη θέση ή γράφουν λανθασμένο αριθμό μηδενικών, αλλά και στις άλλες αριθμητικές πράξεις που ξεκινούν να προσθέτουν από αριστερά προς τα δεξιά , αντί για να ξεκινήσουν από τις μονάδες, ξεχνάνε τα κρατούμενα, ενώ στον πολλαπλασιασμό τείνουν να γράφουν τις δεκάδες στο γινόμενο και να βάζουν ως κρατούμενο τις μονάδες. Την μεγαλύτερη δυσκολία όμως την έχουν στη διαίρεση, που πρέπει να αρχίσουν από τα αριστερά και να εκτελέσουν μια σύνθετη πράξη, που εμπεριέχει πρόσθεση, αφαίρεση και πολλαπλασιασμό. Και ενώ πολλά παιδιά δείχνουν να μην έχουν καμία δυσκολία στις πράξεις, όταν καλούνται να τις κάνουν μέσα στη διαίρεση, χάνονται. Επίσης πολλά λάθη γίνονται στην επίλυση αριθμητικών παραστάσεων όπου χάνουν την ακολουθία .
Χαρακτηριστικά παραδείγματα μαθηματικών πράξεων σε παιδιά με δυσλεξία:
47 18 235
+ 5 +13 -123
------- ------- - ---------
97 211 358
« Αναγνώρισε τα ταλέντα και την αξία του παιδιού σου, για να τα αναγνωρίσει και το ίδιο στον εαυτό του.»
Δευτέρα 29 Μαρτίου 2010
Κυριακή 14 Μαρτίου 2010
ΔΥΣΛΕΞΙΑ ΚΑΙ ΞΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ 2/4
Όλα τα παιδιά κάποια χρονική στιγμή μπαίνουν στην διαδικασία εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας. Στους μαθητές όμως με δυσλεξία και μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζονται συχνά και κυρίως κατά την πρώτη περίοδο της επαφής τους με την άλλη γλώσσα, προβλήματα λόγω της διαφοροποίησης που έχει η μητρική – στην προκειμένη περίπτωση η ελληνική – με τις άλλες ευρωπαικές γλώσσες, αφού τα παιδιά βγάζουν τις ίδιες δυσχέρειες στα αγγλικά με αυτές που είχαν στην ανάγνωση και γραφή της ελληνικής γλώσσας στα πρώτα χρόνια. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ενώ τη μητρική του γλώσσα το παιδί μαθαίνει να τη γράφει και να τη διαβάζει τέσσερα περίπου χρόνια αφότου αρχίσει να τη μιλάει, την ξένη γλώσσα τη διδάσκεται αντίθετα, δηλαδή ο γραπτός λόγος προηγείται του προφορικού. Πολλές φορές μάλιστα επειδή τα 9 από τα 24 γράμματα της αγγλικής αλφαβήτου συμπίπτουν με την ελληνική, δίνεται η εντύπωση στον καθηγητή ότι το παιδί την γνωρίζει και προχωρά στη σύνθεση λέξεων. Άλλη μια δυσκολία επίσης υπάρχει στο ότι ενώ στα ελληνικά αντιστοιχεί ένας ήχος σε κάθε γράμμα, στα αγγλικά έχουμε π.χ για το β το b, v, w,ενώ έχουμε και τις περιπτώσεις που ένα γράμμα προφέρεται ανάλογα με τη θέση που έχει μέσα στη λέξη, π.χ το s διαβάζεται και ως σ και ως ζ. Δυσκολία επίσης παρουσιάζεται και στα γράμματα που οπτικά είναι ίδια αλλά προφέρονται διαφορετικά π.χ Β- ΜΠ, Η- Χ, Ρ – Π, Χ – Ξ και αντίθετα το γκ –g , μπ – b και το ντ – d. Σημαντικές διαφορές εξάλλου υπάρχουν στη σύνταξη των προτάσεων, στη θέση των ρημάτων και των προσωπικών αντωνυμιών και στη διαφορετική χρήση των προθέσεων. Συγκεκριμένα τα παιδιά με δυσλεξία, στις ξένες γλώσσες παρουσιάζουν συγχύσεις γραμμάτων που μοιάζουν οπτικά αλλά και ακουστικά όπως το b – d, l – t, m – n, b – q, στα συμπλέγματα που προφέρονται διαφορετικά ανάλογα με τη λέξη, π.χ enough, though, ή στα γράμματα που προφέρονται διαφορετικά σε κάθε λέξη, π.χ some – home. Σύγχυση επίσης παρουσιάζεται και σε λέξεις που μοιάζουν οπτικά ή ηχητικά, π.χ write – right – ride, to – two – too, κλπ. Κάποιες φορές πάλι τα παιδιά γράφουν τη λέξη, όπως την ακούν, π.χ run – ran.Οι δυσλεξικοί μαθητές χρειάζονται πλήρη αποσαφήνιση των γραμματικών κανόνων, αναλυτικοσυνθετική μέθοδο διδασκαλίας και χρήση οπτικών και κυρίως ακουστικών μέσων, συνεχή ενθάρρυνση και προσοχή στην αρχή, ώστε να μην απογοητευτούν, γιατί όσοι μαθητές με δυσλεξία είχαν την κατάλληλη μεταχείριση κατάφεραν να φτάσουν και σε επίπεδο proficiency.
Όλα τα παιδιά κάποια χρονική στιγμή μπαίνουν στην διαδικασία εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας. Στους μαθητές όμως με δυσλεξία και μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζονται συχνά και κυρίως κατά την πρώτη περίοδο της επαφής τους με την άλλη γλώσσα, προβλήματα λόγω της διαφοροποίησης που έχει η μητρική – στην προκειμένη περίπτωση η ελληνική – με τις άλλες ευρωπαικές γλώσσες, αφού τα παιδιά βγάζουν τις ίδιες δυσχέρειες στα αγγλικά με αυτές που είχαν στην ανάγνωση και γραφή της ελληνικής γλώσσας στα πρώτα χρόνια. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ενώ τη μητρική του γλώσσα το παιδί μαθαίνει να τη γράφει και να τη διαβάζει τέσσερα περίπου χρόνια αφότου αρχίσει να τη μιλάει, την ξένη γλώσσα τη διδάσκεται αντίθετα, δηλαδή ο γραπτός λόγος προηγείται του προφορικού. Πολλές φορές μάλιστα επειδή τα 9 από τα 24 γράμματα της αγγλικής αλφαβήτου συμπίπτουν με την ελληνική, δίνεται η εντύπωση στον καθηγητή ότι το παιδί την γνωρίζει και προχωρά στη σύνθεση λέξεων. Άλλη μια δυσκολία επίσης υπάρχει στο ότι ενώ στα ελληνικά αντιστοιχεί ένας ήχος σε κάθε γράμμα, στα αγγλικά έχουμε π.χ για το β το b, v, w,ενώ έχουμε και τις περιπτώσεις που ένα γράμμα προφέρεται ανάλογα με τη θέση που έχει μέσα στη λέξη, π.χ το s διαβάζεται και ως σ και ως ζ. Δυσκολία επίσης παρουσιάζεται και στα γράμματα που οπτικά είναι ίδια αλλά προφέρονται διαφορετικά π.χ Β- ΜΠ, Η- Χ, Ρ – Π, Χ – Ξ και αντίθετα το γκ –g , μπ – b και το ντ – d. Σημαντικές διαφορές εξάλλου υπάρχουν στη σύνταξη των προτάσεων, στη θέση των ρημάτων και των προσωπικών αντωνυμιών και στη διαφορετική χρήση των προθέσεων. Συγκεκριμένα τα παιδιά με δυσλεξία, στις ξένες γλώσσες παρουσιάζουν συγχύσεις γραμμάτων που μοιάζουν οπτικά αλλά και ακουστικά όπως το b – d, l – t, m – n, b – q, στα συμπλέγματα που προφέρονται διαφορετικά ανάλογα με τη λέξη, π.χ enough, though, ή στα γράμματα που προφέρονται διαφορετικά σε κάθε λέξη, π.χ some – home. Σύγχυση επίσης παρουσιάζεται και σε λέξεις που μοιάζουν οπτικά ή ηχητικά, π.χ write – right – ride, to – two – too, κλπ. Κάποιες φορές πάλι τα παιδιά γράφουν τη λέξη, όπως την ακούν, π.χ run – ran.Οι δυσλεξικοί μαθητές χρειάζονται πλήρη αποσαφήνιση των γραμματικών κανόνων, αναλυτικοσυνθετική μέθοδο διδασκαλίας και χρήση οπτικών και κυρίως ακουστικών μέσων, συνεχή ενθάρρυνση και προσοχή στην αρχή, ώστε να μην απογοητευτούν, γιατί όσοι μαθητές με δυσλεξία είχαν την κατάλληλη μεταχείριση κατάφεραν να φτάσουν και σε επίπεδο proficiency.
Όλα τα παιδιά κάποια χρονική στιγμή μπαίνουν στην διαδικασία εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας. Στους μαθητές όμως με δυσλεξία και μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζονται συχνά και κυρίως κατά την πρώτη περίοδο της επαφής τους με την άλλη γλώσσα, προβλήματα λόγω της διαφοροποίησης που έχει η μητρική – στην προκειμένη περίπτωση η ελληνική – με τις άλλες ευρωπαικές γλώσσες, αφού τα παιδιά βγάζουν τις ίδιες δυσχέρειες στα αγγλικά με αυτές που είχαν στην ανάγνωση και γραφή της ελληνικής γλώσσας στα πρώτα χρόνια. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ενώ τη μητρική του γλώσσα το παιδί μαθαίνει να τη γράφει και να τη διαβάζει τέσσερα περίπου χρόνια αφότου αρχίσει να τη μιλάει, την ξένη γλώσσα τη διδάσκεται αντίθετα, δηλαδή ο γραπτός λόγος προηγείται του προφορικού. Πολλές φορές μάλιστα επειδή τα 9 από τα 24 γράμματα της αγγλικής αλφαβήτου συμπίπτουν με την ελληνική, δίνεται η εντύπωση στον καθηγητή ότι το παιδί την γνωρίζει και προχωρά στη σύνθεση λέξεων. Άλλη μια δυσκολία επίσης υπάρχει στο ότι ενώ στα ελληνικά αντιστοιχεί ένας ήχος σε κάθε γράμμα, στα αγγλικά έχουμε π.χ για το β το b, v, w,ενώ έχουμε και τις περιπτώσεις που ένα γράμμα προφέρεται ανάλογα με τη θέση που έχει μέσα στη λέξη, π.χ το s διαβάζεται και ως σ και ως ζ. Δυσκολία επίσης παρουσιάζεται και στα γράμματα που οπτικά είναι ίδια αλλά προφέρονται διαφορετικά π.χ Β- ΜΠ, Η- Χ, Ρ – Π, Χ – Ξ και αντίθετα το γκ –g , μπ – b και το ντ – d. Σημαντικές διαφορές εξάλλου υπάρχουν στη σύνταξη των προτάσεων, στη θέση των ρημάτων και των προσωπικών αντωνυμιών και στη διαφορετική χρήση των προθέσεων. Συγκεκριμένα τα παιδιά με δυσλεξία, στις ξένες γλώσσες παρουσιάζουν συγχύσεις γραμμάτων που μοιάζουν οπτικά αλλά και ακουστικά όπως το b – d, l – t, m – n, b – q, στα συμπλέγματα που προφέρονται διαφορετικά ανάλογα με τη λέξη, π.χ enough, though, ή στα γράμματα που προφέρονται διαφορετικά σε κάθε λέξη, π.χ some – home. Σύγχυση επίσης παρουσιάζεται και σε λέξεις που μοιάζουν οπτικά ή ηχητικά, π.χ write – right – ride, to – two – too, κλπ. Κάποιες φορές πάλι τα παιδιά γράφουν τη λέξη, όπως την ακούν, π.χ run – ran.Οι δυσλεξικοί μαθητές χρειάζονται πλήρη αποσαφήνιση των γραμματικών κανόνων, αναλυτικοσυνθετική μέθοδο διδασκαλίας και χρήση οπτικών και κυρίως ακουστικών μέσων, συνεχή ενθάρρυνση και προσοχή στην αρχή, ώστε να μην απογοητευτούν, γιατί όσοι μαθητές με δυσλεξία είχαν την κατάλληλη μεταχείριση κατάφεραν να φτάσουν και σε επίπεδο proficiency.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)